Αξιότιμη κυρία Υπουργέ,
Αξιότιμοι συνάδελφοι και συναδέλφισσες,
ενημερωθήκαμε πως την Δευτέρα 26.10 και την Τρίτη 27.10, θα γίνουν τρεις διαδοχικές συναντήσεις της Υπουργού Πολιτισμού με «προσωπικότητες» (ή αλλιώς «επαγγελματίες εγνωσμένου κύρους») από τους κλάδους του θεάτρου, του χορού και της μουσικής αντίστοιχα.
Επιτρέψτε μας να σημειώσουμε τις έντονες διαφωνίες και τους προβληματισμούς μας σχετικά με τις τρεις συγκεκριμένες αυτές συναντήσεις, αλλά και με παρόμοιου τύπου συναντήσεις «κεκλεισμένων των θυρών» γενικότερα:
Διανύουμε ένα έτος κατά το οποίο ολόκληρη η ανθρωπότητα έχει μετακινηθεί και βιώσει κοσμογονικές αλλαγές. Στην Ελλάδα δε, και ειδικότερα με τη μεταχείριση του Πολιτισμού κατά την αντιμετώπιση της πανδημίας, βιώσαμε όλοι μια πάνδημη και πρωτόγνωρη αντίδραση καλλιτεχνών και εργαζομένων στις τέχνες. Ήμασταν όλοι – και η υπουργός και όσοι και όσες συνάδελφοι και συναδέλφισσες καλέστηκαν στην εν λόγω συνάντηση αλλά και όλοι οι εργάτες της τέχνης – μάρτυρες μιας τρομερής επανασυσπείρωσης των εργαζομένων στον Πολιτισμό με απτά και συγκεκριμένα παραδείγματα: τη σύσταση της πρωτοβουλίας Support Art Workers με πάνω από 40.000 μέλη, την επανοικειοποίηση πολλών Σωματείων (πρόσφατες εκλογές του σωματείου Ελλήνων Ηθοποιών με 1.500 ψηφοφόρους – νούμερο ιστορικά πρωτοφανές, συνελεύσεις στον Πανελλήνιο Μουσικό Σύλλογο και το ΣΕΧΩΧΟ με τετραπλάσια συμμετοχή), τη δημιουργία νέων Σωματείων («Κάτω από τη σκηνή») ή την επαναδραστηριοποίηση παλαιότερων που ήταν σε αδράνεια (σωματείο σκηνογράφων – ενδυματολόγων), έναν πολύ μεγάλο πολιτικό και δημόσιο διάλογο στο διαδίκτυο και τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Ποτέ, μέχρι τώρα, ο πολιτισμός δεν ήταν ζήτημα καθημερινής συζήτησης, καθημερινής τριβής και, κυρίως και πρωταρχικά, ποτέ άλλοτε δεν ήταν προϊόν ανοιχτών και συλλογικών διαδικασιών όπως συμβαίνει αυτή τη στιγμή.
Αυτές ακριβώς τις συλλογικές διαδικασίες οφείλουμε να προστατέψουμε και να προασπίσουμε στέλνοντας αυτήν την επιστολή.
Όσο κι αν είναι γνώριμες παρόμοιου είδους κινήσεις (θα μπορούσε κανείς να μιλήσει για «think tanks» ή για τη σύσταση ενός «advisory board» ή «επιτροπή σοφών» από την εκάστοτε Υπουργό), μας προβληματίζει εντονότατα το ότι οι συναντήσεις αυτές κανονίζονται κρυφά, μυστικά (με συστηματική προσπάθεια μη δημοσιοποίησης του περιεχομένου, αλλά και των συμμετεχόντων), χωρίς δημοσιευμένο στην κοινωνία πλαίσιο και χωρίς κάλεσμα και θεσμικών αντιπροσώπων των καλλιτεχνών. Στοιχεία, δηλαδή, που ακριβώς συντελούν και συνιστούν την ταυτότητα και την ποιότητα των παραπάνω προβλεπόμενων think tanks και advisory boards. Μας λυπεί επίσης το γεγονός ότι τα ζητήματα που έχουν μπει στην ατζέντα της εν λόγω συνάντησης είναι ζητήματα που ήδη έχουν συζητηθεί εκτενώς με τα σωματεία και τους θεσμικούς εκπροσώπους γεγονός που προκαλεί ερωτήματα ως προς το για ποιο λόγο να επιθυμεί η Υπουργός να τα ακούσει πάλι εξατομικευμένα και με κλειστές πόρτες.
Θεωρούμε πώς και οι συνάδελφοι και συναδέλφισσες που καλέστηκαν στη συνάντηση αλλά και η ίδια η Υπουργός γνωρίζετε ότι αυτό ήταν ένα πρότυπο παλαιών εποχών και τώρα πια ξεπερασμένο, γιατί – είμαστε σίγουροι για αυτό – συντέλεσε και αυτό στην «παθογένεια δεκαετιών». Αυτή, δηλαδή, η συνεχής επίκληση στο πρόσωπο αντί του συνόλου, στην προσωπικότητα αντί του θεσμού, στο ταλέντο και την ιδιοφυΐα του ενός αντί στην συλλογική διαμόρφωση από τους πολλούς και για τους πολλούς, να μας έχει οδηγήσει στο σημείο μηδέν, που τώρα βρισκόμαστε. Οι εποχές όμως έχουν αλλάξει. Επιτρέψτε μας να επιμείνουμε.
Επιτρέψτε μας να θυμίσουμε σε όλους και όλες την αλγεινή εντύπωση που προκάλεσε τελικά η πρόσφατη επίσκεψη του Πρωθυπουργού σε πρόβα που αιφνιδίασε τους συμμετέχοντες συναδέλφους, που αξιοποιήθηκαν μόνο επικοινωνιακά, αλλά και το πώς αντιμετωπίστηκε το προσωπικό τηλεφώνημα γνωστού σκηνοθέτη και ηθοποιού στον Πρωθυπουργό για να «σώσει» την αναστολή λειτουργίας των θεάτρων.
Σε κάθε περίπτωση, θεωρούμε τη δεδομένη στιγμή πως όσοι και όσες καλέστηκαν στη συνάντηση είναι στο πλευρό μας, συμμερίζονται τις αγωνίες των χιλιάδων άνεργων συναδέλφων τους και πιστεύουμε ότι θα μιλήσουν λαμβάνοντας υπόψη όλους μας, με τον ίδιο τρόπο που τα σωματεία, που είναι και τα μόνα αρμόδια όργανα να μας εκπροσωπούν θεσμικά, προστατεύουν τα δικαιώματα όλων σε όλες τις επίσημες συναντήσεις τους με την Υπουργό μέχρι τώρα.
Υπενθυμίζουμε, επίσης, πως τα θέματα για τις επιδοτήσεις, την καλλιτεχνική εκπαίδευση και την έρευνα, έχουν κατ’ επανάληψη και με μεγάλη επιμονή τεθεί μέχρι στιγμής στην Υπουργό ως συλλογικά και συνολικά διαμορφωμένα αιτήματα του κλάδου μας τόσο στις συναντήσεις μας, όσο και στη συνεχή αλληλογραφία μας. Επ’ ευκαιρίας, τα επαναλαμβάνουμε:
Όσον αφορά τις επιδοτήσεις: θεωρούμε ιδιαίτερα προβληματική την όποια επιδότηση που δεν διασφαλίζει όρους εργασίας, όπως προκύπτουν από τις παλαιότερες ή τις ελάχιστες συλλογικές συμβάσεις εργασίας που ισχύουν ακόμα στον κλάδο του πολιτισμού και η οποία μεταθέτει το κόστος παραγωγής στον εκάστοτε συμμετέχοντα καλλιτέχνη και εργάτη της τέχνης (βλ. επιδότηση άδειας θέσης, έκτακτες επιχορηγήσεις, αμοιβές με ποσοστά, συμβάσεις έργου, μη ασφάλιση, κλπ).
Όσον αφορά την καλλιτεχνική εκπαίδευση: πάγιο αίτημα όλων των καλλιτεχνικών Σωματείων είναι η – επιτέλους – δημιουργία ανώτατης βαθμίδας εκπαίδευσης για τις παραστατικές τέχνες. Ξέρουμε και ξέρετε όλοι πως η συντριπτική πλειονότητα των καλλιτεχνών θεωρούμαστε στην Ελλάδα απόφοιτοι Λυκείου.
Τέλος, όσον αφορά τον σχεδιασμό του προγράμματος «όλη η Ελλάδα ένας πολιτισμός»: είναι γνωστές οι αντιρρήσεις κυρίως όσον αφορά τη στοχοπροσήλωση του (αρχαιολογικοί χώροι και μόνο), τον – οριακό – αποκλεισμό του χορού και της σύγχρονης μουσικής από αυτές τις δράσεις και την συγκέντρωση εξουσιών σε συγκεκριμένα πρόσωπα, γεγονός που συμβαίνει και σε άλλα προγράμματα του Υπουργείου. Θεωρούμε πως στο όνομα του πλουραλισμού και της πολυφωνίας δεν είναι δυνατόν να συμμετέχουν οι ίδιοι άνθρωποι σε πολλές επιτροπές, τη στιγμή μάλιστα που είναι καλλιτεχνικοί διευθυντές μεγάλων φορέων, «προσωποποιώντας» τελικά τη χάραξη της πολιτιστικής πολιτικής.
Εν κατακλείδι, στόχος της επιστολής είναι η Υπουργός να αντιληφθεί επιτέλους ότι οι διαδικασίες οφείλουν να είναι δημόσιες, ανοιχτές και διαυγείς. Έχουμε ταλαιπωρηθεί πάρα πολύ από τα «προσωπικά οράματα», τις προσωπικές βλέψεις και τις προσωπικές απόψεις «προσωπικοτήτων» στον χώρο του πολιτισμού.
Κυρία Υπουργέ, αν επιθυμείτε δημιουργία Συμβουλίου Τεχνών (που είναι πάγιο αίτημα του χώρου, όπως φάνηκε στις επίσης συλλογικές συζητήσεις στο θέατρο Σφενδόνη κατά την αποπομπή του Γιαν Φαμπρ από την θέση καλλιτεχνικού διευθυντή του Φεστιβάλ Αθηνών) μπορείτε να το κάνετε, έχοντας όμως ανακοινώσει δημόσια τα πρόσωπα τα οποία συμμετέχουν, το πλαίσιο εργασιών και τη διάρκεια θητείας ενός τέτοιου Συμβουλίου. Σε τέτοιες κρίσιμες στιγμές οφείλουμε όλοι να λογοδοτούμε και να κρινόμαστε για το έργο μας.
Παραμένοντας ενωμένοι με όλους τους συναδέλφους και συναδέλφισσες – ενάντια στην πάγια τακτική του “διαίρει και βασίλευε” που επιχειρείται – αποδοκιμάζουμε το πλαίσιο και τον τρόπο αυτής της συνάντησης και αναμένουμε επίσημη απάντηση από το Υπουργείο στα πάγια αιτήματα μας επιδιώκοντας ένα πλαίσιο διαβούλευσης πραγματικά ανοικτό και δημοκρατικό, όπως οφείλεται.
Την Επιστολή Συνυπογράφουν:
Πανελλήνια Ομοσπονδία Θεάματος Ακροάματος – ΠΟΘΑ
Σωματείο Ελλήνων Ηθοποιών – ΣΕΗ
Σωματείο Εργαζομένων στον Χώρο του Χορού – ΣΕΧΩΧΟ
Ένωση Τραγουδιστών Ελλάδας – ΕΤΕ
ΣΕΚΑΧΟ
SupportArtWorkers